Στις 14.5.2016, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ το παρακάτω άρθρο της κας Ιωάννας Φωτιάδη με τίτλο "ΟΙ 548 ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΕΔΕΣΑΝ ΤΙΣ ΖΩΕΣ ΔΥΟ ΓΥΝΑΙΚΩΝ" το οποίο αναφέρεται στην ιστορία διάσωσης της οικογένειας της κας Ροζίνας Ασσέρ - Πάρδο.  

Η διαδρομή από το γκέτο της Θεσσαλονίκης μέχρι τη Λεωφόρο Στρατού, μια ριψοκίνδυνη κίνηση που αποδείχθηκε απελευθερωτική, δεν έσβησε ποτέ από τη μνήμη τής κ. Ροζίνας Ασσερ - Πάρδο. «Η μητέρα μου ξήλωσε το άστρο από το πανωφόρι, με συμβούλευσε να προσέχω και να κρατώ τη μικρή μου αδελφή σφιχτά από το χέρι μέχρι να συναντήσουμε την κ. Φαίδρα», διηγείται στην «Κ» η κ. Πάρδο, μέλος μιας εκ των ελαχίστων εβραϊκών οικογενειών που επέζησαν στη Θεσσαλονίκη χάρη στο καταφύγιο που τους προσέφεραν χριστιανοί. «Είμαστε, μάλιστα, οι μοναδικοί που κρυφτήκαμε στην καρδιά της πόλης, επί της οδού Τσιμισκή, κοντά στο αρχηγείο των Γερμανών που στεγαζόταν τότε στο ξενοδοχείο Ματζέστικ». Τα δύο κορίτσια, δέκα και πέντε ετών, δραπετεύουν από το γκέτο, όπου είχαν μεταφερθεί οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, για να βρουν καταφύγιο στο σπίτι της οικογένειας Καρακώτσου, όπου τους υποδέχεται μια συνομήλικη Ελληνίδα, η 13χρονη Μαρία, που έχοντας αφήσει τη δική της οικογένεια πίσω, εργάζεται εκεί ως οικιακή βοηθός. «Ποτέ δεν μου εξήγησαν ποιοι ακριβώς ήταν, γνώριζα, όμως, ότι δεν έπρεπε να μιλώ σε κανέναν για την ύπαρξή τους», διηγείται στην «Κ» τηλεφωνικώς από τη Θεσσαλονίκη, η κ. Μαρία Κάβουρα. «Από τη μητέρα της οικογένειας, την κ. Ευγενία είχα τις καλύτερες αναμνήσεις», αναφέρει η κ. Κάβουρα, «με είχε σαν τέταρτη κόρη της». «Εγινε η απελευθέρωση και χωρίσαμε» σημειώνει η ίδια, «συχνά αναρωτιόμουν τι απέγιναν και πού βρίσκονταν. Αλλά εκείνες τις εποχές ήταν δύσκολο να βρεις ίχνη άλλων ανθρώπων».

Η ιστορία της διάσωσης της πενταμελούς οικογένειας Πάρδο, που έζησε για 548 μέρες κρυμμένη σε ένα δωμάτιο, έχει γίνει γνωστή από το βιβλίο της κ. Ροζίνας Πάρδο, που βασίζεται στο παιδικό της ημερολόγιο ως «Ρούλα Καρακώτσου». Λεπτομέρειες από τη ζωή εν κρυπτώ έχει διηγηθεί σε σχολικές εορτές, αλλά και στο ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ, «Φιλιά εις τα Παιδιά». Το πρωινό που χτυπάει την πόρτα του σπιτιού η Γκεστάπο, για να ελέγξει την κατοικία, αποτελεί αναπόφευκτα την κορύφωση της διήγησης – γραπτά, αλλά και προφορικά.

«Αυτή η γυναίκα είναι η Ροζίνα!» αναφώνησε τον περασμένο Οκτώβριο, ενώ παρακολουθούσε στην τηλεόραση το ντοκιμαντέρ η κ. Μαρία Κάβουρα. «Η ιστορία που άκουγα ήταν αυτή που είχα ζήσει» εξηγεί η ηλικιωμένη γυναίκα, που πρωταγωνιστούσε στην εν λόγω σκηνή, καθώς ήταν η μοναδική που βρισκόταν εκείνη τη στιγμή στο σπίτι μαζί με την κατατρεγμένη οικογένεια. «“Γκεστάπο, ανοίξτε” είπε ο διερμηνέας, αλλά εγώ αποκρινόμουν ότι δεν μου επέτρεπαν να ανοίγω». Οι Γερμανοί, όμως, επιμένουν και το κορίτσι σπεύδει με μια πρόφαση στην κουζίνα για να ειδοποιήσει την οικογένεια να κρυφτεί. Η μητέρα με τα δύο παιδιά τρυπώνει στην αποθήκη, ο πατέρας με το άλλο στην ντουλάπα της κρεβατοκάμαρας, αλλά από την ταραχή κλειδώνει από μέσα το δωμάτιο «κινώντας» έτσι τις υποψίες των κατακτητών, που ύστερα από λίγο επιθεωρούν το σπίτι, προφασιζόμενοι ότι ενδιαφέρονται να επιτάξουν μέρος αυτού. «Είναι φορές που μετράς τον χρόνο που περνάει στον ρυθμό των χτύπων της καρδιάς σου, κι ας είσαι παιδί, το θυμάσαι σε όλη σου τη ζωή» γράφει στο βιβλίο της, «548 μέρες με άλλο όνομα» η κ. Πάρδο, που άκουγε τις συνομιλίες των στρατιωτών κλεισμένη στην ντουλάπα. «Στη θέα του κλειδωμένου από μέσα δωματίου οι Γερμανοί στρατιώτες συνοφρυώθηκαν» περιγράφει η κ. Μαρία, «τότε σκαρφίστηκα μια ιστορία, κάπως πιστευτή βάσει της διαρρύθμισης: ότι ο μικρός γιος της οικογένειας το είχε για παιχνίδι να κλειδώνεται και μετά να το σκάει από το μπαλκόνι...».

Οταν στο αθηναϊκό διαμέρισμα όπου ζει η κ. Πάρδο, που σήμερα έχει τρία παιδιά και εννέα εγγόνια, χτυπάει το τηλέφωνο και μια φωνή την ενημερώνει ότι την αναζητεί η Μαρία που είχαν ζήσει μαζί ως παιδιά, η συγκίνηση την πνίγει. «Είχαμε ως παιδιά και τις ανέμελες στιγμές μας» θυμάται, «τότε ανεβαίναμε και παίζαμε στην ταράτσα όλα μαζί».

Τηλεφωνική συνομιλία

Οι δύο οικογένειες διατήρησαν επικοινωνία, άλλωστε οι Πάρδο υπέδειξαν τους Καρακώτσους ως σωτήρες τους, εξ ου και αναγράφονται στο Yad Vashem μεταξύ των Δικαίων των Εθνών. Η κοπέλα, όμως, που χάρη στη εχεμύθεια, αλλά και τη σπιρτάδα της συνέβαλε στη διάσωση, είχε μέχρι τον περασμένο Οκτώβρη χαθεί στη λήθη. Σήμερα, οι δύο ηλικιωμένες, αδυνατώντας να μετακινηθούν από τη μια πόλη στην άλλη, συνομιλούν στο τηλέφωνο. Ανακαλούν όσα έζησαν κάτω από την ίδια στέγη και προσπαθούν να αναπληρώσουν τον χαμένο χρόνο. «Εστειλα στη Ροζίνα μια φωτογραφία όπου φορώ το παλιό της παλτό», επισημαίνει η Μαρία. «Είναι μεγάλη παρηγοριά να μιλώ για τα κοινά μας βιώματα, καθώς οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές δεν βρίσκονται πια μαζί μας», παρατηρεί η κ. Πάρδο, ομολογώντας τα ανεξίτηλα σημάδια των 548 ημερών στην οδό Τσιμισκή 113. «Μετανιώνω που δεν αναζήτησα έναν Αυστριακό στρατιωτικό, τον Βάλτερ, που φέρεται να μας έσωσε από τη σύλληψη», σχολιάζει η ίδια, η οποία μολονότι το θέμα την ταράζει, δεν παύει να μιλάει στους νεότερους για το Ολοκάυτωμα. «Ο πατέρας μου τότε με ενθάρρυνε να γράφω ημερολόγιο και η αδελφή μου το φύλαξε ως ένα ντοκουμέντο, άξιο μελέτης για τις επόμενες γενιές».

Πηγή: Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΤΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΗΣ ΡΟΖΙΝΑΣ ΑΣΣΕΡ ΠΑΡΔΟ